Κανείς δεν μπορεί να αναιρέσει την Οικουμενικότητά τουΑκόμα και το βέτο οφείλει να σκέφτεται η Ελλάδα έναντι των Σκοπίων, τονίζει με συνέντευξή του στο «Εθνος» για θέματα εξωτερικής πολιτικής ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Γ. Παπανδρέου, ενώ κατηγορεί τον πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή ότι «είναι απλός παρατηρητής των εξελίξεων» και αναγγέλλει πρωτοβουλίες για το θέμα του Πατριαρχείου.
(Μόλις ανέλαβε πρωτοβουλίες ο Γιωργάκης μηνύσαν και οι Τούρκοι τον Πατριάρχη ! )
«Η αδυναμία της κυβέρνησης να διαπραγματευτεί σωστά και να διευθετήσει το θέμα προς όφελος των συμφερόντων της Ελλάδας μας αναγκάζει, εδώ που φτάσαμε, να σκεφτόμαστε ακόμα και το βέτο», τονίζει ο κ. Παπανδρέου, ενώ διαπιστώνει ότι σήμερα «η πικρή αλήθεια είναι ότι η διαπραγματευτική αφετηρία της Ελλάδας είναι δυσμενέστερη απ ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν».
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θεωρεί «αδιανόητη πράξη την εμμονή των Σκοπίων σε αλυτρωτικές προκλήσεις», αλλά και αδιανόητο να μην τηρηθεί η υποχρέωση των Σκοπίων για μια αμοιβαίως αποδεκτή ονομασία για κάθε διεθνή χρήση».
Ο κ. Παπανδρέου προειδοποιεί την Τουρκία ότι τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας είναι αδιαπραγμάτευτα, ενώ στέλνει προς κάθε κατεύθυνση το μήνυμα πως «με τη νέα εθνική στρατηγική δεν θα επιτρέψουμε σε τυχοδιωκτισμούς να διαταράξουν όσα πετύχαμε».
Οσον αφορά το Πατριαρχείο, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ τονίζει πως «η οικουμενικότητα του Πατριαρχείου δεν χρειάζεται πιστοποίηση κανενός και δεν μπορεί να αναιρεθεί από κανέναν», ενώ αφήνοντας αιχμές κατά του κ. Καραμανλή υπογραμμίζει πως «σε τέτοιες στιγμές, η Ελλάδα δεν πρέπει να σιωπά»! Προαναγγέλλει μάλιστα ότι αύριο, στη Λισαβόνα θα θέσει το θέμα στον νέο προεδρεύοντα της Ενωσης, κ. Σόκρατες, όπως θα το θέσει προσεχώς, αναλαμβάνοντας σχετικές πρωτοβουλίες, στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και στη Σοσιαλιστική Διεθνή.
Κύριε πρόεδρε, στην επίσκεψή σας στην Εγνατία Οδό μιλήσατε και για την εξωτερική πολιτική της χώρας. Ησασταν εξαιρετικά επικριτικός για τους χειρισμούς των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής από την κυβέρνηση και προσωπικά από τον πρωθυπουργό...
Είναι αναγκαίο να γίνει κατανοητό ότι η εξωτερική πολιτική μιας χώρας, στις σημερινές συνθήκες, οφείλει να χαρακτηρίζεται από δυναμισμό. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι στατική, άνευρη, φοβική. Η δράση και η προληπτική διπλωματία, οι πρωτοβουλίες και η συνεχής παρουσία είναι απολύτως αναγκαία στοιχεία για την επίτευξη των εθνικών στόχων. Η λογική του αυτόματου πιλότου δεν έχει θέση στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Είναι συνταγή αποτυχίας και οδηγεί σε αδιέξοδα, τα οποία είναι ενδεχόμενο να αποδειχθούν ακόμη και επικίνδυνα για τα εθνικά μας συμφέροντα. Δεν επιχαίρω με τις αποτυχίες του κ. Καραμανλή στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Αντίθετα, ανησυχώ και προβληματίζομαι. Από την πρώτη στιγμή είχα πει στο κ. Καραμανλή ότι θέλουμε να τον βοηθήσουμε στα θέματα αυτά. Η οπτική μας γωνία είναι εντελώς διαφορετική. Ομως, σε καμία περίπτωση δεν θέλουμε η Ελλάδα να χάνει έδαφος, να χάνει ευκαιρίες, να γίνεται ουραγός σε εξελίξεις, να μένει αμήχανη και χωρίς διαπραγματευτική ισχύ.
Δυστυχώς, έχουμε έναν πρωθυπουργό, ο οποίος έχει επιλέξει να είναι απλός παρατηρητής των εξελίξεων, να μη σχεδιάζει στρατηγικά, να μην παίρνει πρωτοβουλίες. Να αιφνιδιάζεται συνεχώς. Να χάνει συνεχώς ευκαιρίες.
Ασκείτε δριμεία κριτική στον κ. Καραμανλή για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μήπως όμως η κριτική σας έχει προεκλογική στόχευση; Ο κόσμος πιστεύει ότι τη δική σας πολιτική ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση...
Με την κριτική μας προς την κυβέρνηση στα θέματα εξωτερικής πολιτικής εκφράζουμε την αγωνία μας για την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων, που πλήττονται από τους χειρισμούς και τα αδιέξοδα που έχουν σχέση με την απουσία στρατηγικού σχεδίου από την πλευρά της κυβέρνησης. Δεν είναι κριτική τυφλής αντιπολίτευσης και λαϊκισμού, όπως έκανε η ΝΔ, όταν ήταν στην αντιπολίτευση. Η δική μας πολιτική εγκαταλείφθηκε από την κυβέρνηση Καραμανλή. Και βλέπουμε, δυστυχώς, μια ελληνική κυβέρνηση που δεν ξέρει, δεν μπορεί, δεν θέλει, δεν αντιδρά. Δεν μπορεί να δράσει και να προλάβει τις εξελίξεις. Η κυβέρνηση φοβάται να αντιμετωπίσει τις εξελίξεις. Δείχνει ανασφαλής εκεί που η Ελλάδα διαθέτει ισχυρά επιχειρήματα και συγκριτικό πλεονέκτημα. Στο πεδίο του διεθνούς δικαίου, των διεθνών συνθηκών και των νομιμοποιημένων θεσμών της διεθνούς Κοινότητας, όπως είναι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Εκεί βρίσκεται η δύναμή μας, όπως και στον στρατηγικό χώρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου και εκεί η χώρα εμφανίζεται απομονωμένη και απούσα από σημαντικές διεργασίες και εξελίξεις.
Ο κ. Καραμανλής εγκατέλειψε την πετυχημένη πολιτική του Ελσίνκι και τον οδικό χάρτη, τον οποίο διαμορφώσαμε για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ενωση, με τον οποίο διασφαλίζαμε τα εθνικά μας συμφέροντα. Αφησε ανεκμετάλλευτες δύο ιστορικές ευκαιρίες, που εμείς είχαμε δημιουργήσει, τον Δεκέμβρη του 2004 και τον Οκτώβριο του 2005, ώστε να διασφαλίσουμε τα συμφέροντα Ελλάδας και Κύπρου. Είχαμε φτάσει πολύ κοντά στο θέμα της επίλυσης του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας.
( ο υπέρμαχος του σχεδίου Ανάν, ακόμη δεν κατάλαβε τι συνσαίβει στην Κύπρο)
Δεν αξιοποιήθηκαν οι ημερομηνίες αυτές. Υπήρξε μια ακατανόητη και απαράδεκτη αποσύνδεση της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι διμερείς μας σχέσεις εξαρτώνται όλο και περισσότερο από τις εσωτερικές εξελίξεις στην Τουρκία ή από τις διαθέσεις διαφόρων μεγάλων κρατών, εντός και εκτός της ΕΕ. Εγώ προσωπικά πήγα στον κ. Καραμανλή προτείνοντας μια νέα εθνική στρατηγική. Αλλά και πάλι, ο κ. Καραμανλής δεν τόλμησε, δεν ανέλαβε πρωτοβουλίες. Είναι ιστορική η ευθύνη του κ. Καραμανλή.
Γι αυτό ακριβώς βλέπουμε να παραπαίει η εξωτερική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας. Είμαστε μεταξύ της έντασης και της υποχώρησης κάθε φορά που έχουμε προβλήματα με την Τουρκία ή με τη FYROM ή με οποιαδήποτε άλλη χώρα.
Τελικά, ποια ακριβώς είναι η δική σας πολιτική για τα ελληνοτουρκικά;
Η δική μας στρατηγική παραμένει σταθερή. Θέλουμε τη μελλοντική ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Υποστηρίζουμε αυτή την προοπτική, πάντα στη βάση των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η Τουρκία οφείλει να σεβαστεί τις υποχρεώσεις που ανέλαβε απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ενωση, απέναντι σε όλες τις χώρες-μέλη και σε καθεμία χώρα-μέλος ξεχωριστά. Και βέβαια, απέναντι στην Ελλάδα και απέναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία, χωρίς αποκλίσεις, χωρίς παρεκκλίσεις. Οφείλει να σεβαστεί τις αρχές και τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Υποχρέωση για ειρηνικές σχέσεις και καλή γειτονία με όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Θέλω να τονίσω, για άλλη μια φορά, ότι η Τουρκία οφείλει να αποσύρει τα κατοχικά στρατεύματα απ την Κύπρο. Στρατεύματα κατοχής δεν έχουν θέση στο έδαφος κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Με την απόσυρση των τουρκικών στρατευμάτων, μπορεί να δημιουργηθεί μια νέα δυναμική για επίλυση του Κυπριακού, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, τις αποφάσεις του ΟΗΕ και το κοινοτικό κεκτημένο.
Εμείς πρέπει να αναλάβουμε και πάλι με τη νέα εθνική στρατηγική να διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο σιγουριάς και ασφάλειας για τον πολίτη και για τη χώρα μας. Να διαμορφώσουμε μια πορεία, έναν οδικό χάρτη της Τουρκίας, που στο τέλος θα σημάνει την επίλυση σημαντικών ζητημάτων αλλά και ένα απόθεμα, ένα μέρισμα ειρήνης, που σημαίνει σημαντικά ποσά, τα οποία μπορούν πια να μεταφερθούν από την άμυνα στην κοινωνική ανάπτυξη, στην παιδεία, στις υποδομές και τις υπηρεσίες υγείας, στο κράτος πρόνοιας, στις υποδομές και στο ανθρώπινο δυναμικό της εκπαίδευσης, στην ανάπτυξη της περιφέρειας, στο περιβάλλον και στην ποιότητα ζωής.
Θέλω, σε κάθε περίπτωση, να επαναλάβω ότι τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας είναι αδιαπραγμάτευτα. Με τη νέα εθνική στρατηγική δεν θα επιτρέψουμε σε τυχοδιωκτισμούς να διαταράξουν όσα πετύχαμε. Θα διασφαλίσουμε τα σύνορά μας, τα δικαιώματά μας, όπως τα ορίζουν οι διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις.
Πήγατε χθες στο Πατριαρχείο. Γιατί; Τι συζητήσατε με τον κ. Βαρθολομαίο;
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο περνάει, και πάλι, στιγμές κρίσιμες. Συναντήθηκα χθες με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο για να δηλώσω, με την παρουσία μου, τη στήριξή μας και τη συμπαράστασή μας προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τη στήριξή μας προς τον Πατριάρχη προσωπικά. Σε τέτοιες στιγμές, η Ελλάδα δεν πρέπει να σιωπά!
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει ιδιαίτερη σημασία για όλον τον ορθόδοξο κόσμο, για όλον τον Ελληνισμό. Η οικουμενικότητα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και τα δικαιώματά του είναι κατοχυρωμένα και αναγνωρισμένα από αιώνες και από όλους.
Η οικουμενικότητα του Πατριαρχείου δεν χρειάζεται την πιστοποίηση κανενός και δεν μπορεί να αναιρεθεί από κανέναν. Αύριο θα συναντηθώ, στην Λισαβόνα, με τον πρωθυπουργό της Πορτογαλίας, τον κ. Σόκρατες, ο οποίος θα προεδρεύει της ΕΕ τους επόμενους 6 μήνες. Θα θέσω το θέμα στον Πορτογάλο πρωθυπουργό και την προεδρία της ΕΕ με έμφαση και ξεκάθαρο τρόπο. Το θέμα του Πατριαρχείου θα το θέσω και στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και στη Σοσιαλιστική Διεθνή. Και οι ευρωβουλευτές του ΠΑΣΟΚ θα πάρουν πρωτοβουλίες, ώστε το θέμα να συζητηθεί ξανά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τα δικαιώματά του αφορούν άμεσα και την ΕΕ. Αυτό η Ελλάδα πρέπει να το τονίζει με έμφαση σε κάθε ευκαιρία.
Τα δίκαια αιτήματα του Πατριαρχείου, ας μην το ξεχνάμε, είναι ενταγμένα στις ενταξιακές υποχρεώσεις της Τουρκίας. Υποχρεώσεις απέναντι στις θρησκευτικές μειονότητες και στις αλλαγές που χρειάζονται για τις θρησκευτικές ελευθερίες, δηλαδή την εμπέδωση του σεβασμού του ρόλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Σχολής της Χάλκης, των ιδιοκτησιών που ανήκουν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, που πρέπει να αποδοθούν σε αυτό απ την τουρκική κυβέρνηση. Αυτή τη στήριξη υποσχέθηκα στον Οικουμενικό Πατριάρχη, αυτή τη μάχη δίνω και θα δίνω σε κάθε επίπεδο και με όλες μου τις δυνάμεις.
ΘΕΑΤΗΣ Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣΑκόμη και βέτο, αν χρειαστεί για το Σκοπιανό
Στη Βεργίνα μιλήσατε για τη FYROM. Και σε αυτό το θέμα κατηγορείτε τον πρωθυπουργό για την πολιτική που ακολουθεί. Τι του καταλογίζετε;
Από τη στιγμή της ανάληψης της κυβερνητικής εξουσίας, δεν υπήρξε καμία σοβαρή κίνηση από τον κ. Καραμανλή και την κυβέρνησή του στο θέμα των Σκοπίων. Είναι ένας απλός παρατηρητής σε ένα θέμα τόσο σημαντικό για τον ελληνικό λαό. Και γινόμαστε μάρτυρες αλλεπάλληλων αιφνιδιασμών της κυβέρνησης, με τραγικό αποκορύφωμα την αναγνώριση της FYROM από τις ΗΠΑ, τον Νοέμβριο του 2004. Μια πικρή στιγμή για την ελληνική διπλωματία, η οποία άλλαξε, αναμφισβήτητα, τους συσχετισμούς σε βάρος των συμφερόντων μας.
Από τον κ. Καραμανλή ακούμε μόνο ανέξοδους «παλικαρισμούς» για το εσωκομματικό του ακροατήριο. Αλλά απόλυτη σιωπή εκεί που χρειάζεται να μιλήσει και να ορθώσει το ανάστημά του ο Ελληνας πρωθυπουργός: στις συνόδους κορυφής της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Εχασε ευκαιρίες ο κ. Καραμανλής και επέτρεψε τη σημερινή αδιαλλαξία των Σκοπίων. Η πικρή αλήθεια, σήμερα, είναι ότι η διαπραγματευτική αφετηρία της Ελλάδας είναι δυσμενέστερη από ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν. Και γι αυτό ευθύνονται αποκλειστικά ο κ. Καραμανλής και η κυβέρνησή του.
Η ΠΓΔΜ οφείλει να σεβαστεί όλες τις υποχρεώσεις της -απέναντι στη Διεθνή Κοινότητα, απέναντι στην ΕΕ και βεβαίως απέναντι στην Ελλάδα. Αυτό τονίζουμε προς την κυβέρνηση των Σκοπίων, όπως και προς όλους τους συνομιλητές μας -ξεκάθαρα και με κάθε αυστηρότητα.
Θεωρούμε αδιανόητη πράξη την εμμονή των Σκοπίων σε αλυτρωτικές προκλήσεις. Πρέπει να καταλάβουν ότι ο εθνικισμός δεν αποδεικνύεται ο καλύτερος σύμβουλος για την επίλυση προβλημάτων.Θεωρούμε αδιανόητο να μην τηρηθεί η υποχρέωση των Σκοπίων για μια αμοιβαίως αποδεκτή ονομασία για κάθε διεθνή χρήση.
Είναι το ΠΑΣΟΚ που θα κληθεί και πάλι, ως κυβέρνηση, με τις σωστές κινήσεις, τις έγκαιρες και διαρκείς πρωτοβουλίες, να επανορθώσει τη ζημιά που προκάλεσε η κυβέρνηση του κ. Καραμανλή. Οπως και παλαιότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου εκλήθη να δώσει λύση στο αδιέξοδο που είχε δημιουργήσει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με την κυβερνητική θητεία της ΝΔ την περίοδο 1990-1993.
Αυτή η αδυναμία της κυβέρνησης να διαπραγματευτεί σωστά και να διευθετήσει το θέμα προς όφελος των συμφερόντων της Ελλάδας, μας αναγκάζει, εδώ που φτάσαμε, να σκεφτόμαστε ακόμη και το βέτο. Η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να παραιτηθεί από διαπραγματευτικά δικαιώματά της, όπως έχει κάνει ο κ. Καραμανλής, αμαχητί, στο πρόσφατο παρελθόν.