Ο "ΠΕΡΙΕΡΓΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ" ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΜΕΤΑΞΑ
By Hristos Pappas
Πάνω από εξήντα χρόνια έχουν περάσει από τις 29 Ιανουαρίου 1941 όταν
κυκλοφόρησε η πένθιμη είδηση του θανάτου του Πατέρα της νίκης, του
Εθνικού Κυβερνήτη Ιωάννου Μεταξά, μια είδηση που συγκλόνισε και βύθισε
στο πένθος ολόκληρο το Έθνος.
Μετά από τόσες δεκαετίες ο φάκελος του
θανάτου Μεταξά δεν έχει ακόμα ανοίξει.
Από την εποχή που τελείωσε ο
πόλεμος και οι Σύμμαχοι ήσαν νικητές, οιαδήποτε έρευνα πάνω στο θέμα
αυτό εθεωρείτο επικίνδυνη.Χαρακτηριστικό είναι αυτό που αναφέρεται σε
άρθρο του κυρίου Λεονταρίτη στην εφημερίδα Καθημερινή ότι ο Διοικητής
Ασφαλείας Αθηνών Παξινός βρέθηκε δολοφονημένος στο Κάιρο κατά τη
διάρκεια του Πολέμου, την επομένη μιας επισήμου δεξιώσεως κατά την
οποίαν, και με τη βοήθεια και το «θάρρος» που δίνει το ποτό, είχε πει
απευθυνόμενος σε άγγλο αξιωματικό «Μετά τον πόλεμο θα γράψω ένα βιβλίο
δια τον θάνατο του Ιωάννου Μεταξά που είμαι σίγουρος ότι δεν θα σας
αρέσει».
Να δούμε όμως το ιστορικό της ασθενείας και του θανάτου του Ιωάννου
Μεταξά καθώς και το ιστορικό πλαίσιο εντός του οποίου συνέβη
αυτός.
Ιστορικό πλαίσιο:
Τον Δεκέμβριο του 1940, χάρις στα στρατηγικά
σχέδια του Μεταξά και των επιτελών του, σε συνδυασμό με τον απαράμιλλο
ηρωισμό και ενθουσιασμό του Έλληνα Στρατιώτη που το καθεστώς του Μεταξά
είχε φροντίσει να εμφυσήσει, ο Ελληνικός Στρατός αντιμετωπίζει νικηφόρα
την ιταλική επίθεση και κατορθώνει την απελευθέρωση Βορειοηπειρωτικών
εδαφών και πόλεων όπως η Κορυτσά και το Αργυρόκαστρο. Παρ όλη την ισχυρή
παρουσία του αγγλόφιλου βασιλιά Γεωργίου Β΄ και την ανεξέλεγκτη εμπλοκή
του στην εξωτερική πολιτική, ο Μεταξάς από πλευράς του από την πρώτη
στιγμή της πρωθυπουργοποίησής του (Απρίλιος 1936), αλλά και μετά από την
εθνική μεταβολή της 4ης Αυγούστου προσπάθησε να τηρήσει τις ισορροπίες
ώστε να μην ξαναπέσει η χώρα στον εθνικό διχασμό της εποχής του Πρώτου
Μεγάλου Πολέμου.
Ακόμα και μετά την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι εντολές του
Μεταξά προς τους Υπουργούς του και κυρίως προς τον Υπουργό Τύπου
Νικολούδη ήσαν σαφείς : πλήρης ουδετερότης . Βέβαια το έμπειρο μάτι του
Στρατηγού Μεταξά έβλεπε τον πόλεμο να έρχεται, και προετοίμαζε τη χώρα
και το λαό γι αυτόν. Πολύ δ ε περισσότερο μετά από τον τορπιλισμό του
Έλλη από τους Ιταλούς. Ακόμη και μετά από αυτήν την απρόκλητη και ύπουλη
επιθετική ενέργεια το Δεκαπενταύγουστο του 1940, και ενώ ήταν κοινό
μυστικό το ποιος τορπίλισε το Έλλη, ο Μεταξάς εφήρμοσε και πάλι την
πολιτική της ουδετερότητας απαγορεύοντας τη δημοσιοποίηση των στοιχείων
(θραύσματα τορπιλών, κ.λ.π.) που φωτογράφιζαν την ταυτότητα του
υποβρυχίου που τορπίλισε το Έλλη. Τον Οκτώβριο τελικά θα επιδοθεί στον
Μεταξά το ιταλικό τελεσίγραφο που σήμαινε στην ουσία την κήρυξη του
πολέμου εκ μέρους της Ιταλίας ενάντια στην Ελλάδα.
Την 28η Οκτωβρίου 1940, ο μικρόσωμος εβδομηντάχρονος Μεταξάς αφού
διάβασε το ιταμό τελεσίγραφο απάντησε άμεσα και χωρίς δισταγμό στον
ιταλό πρέσβη: «Λοιπόν, έχουμε πόλεμο», και με αυτό το μεγάλο «ΟΧΙ» του
θα περάσει ως γίγας εις την αθανασία και θα εντάξει τη μορφή του στους
μεγάλους της Ελληνικής Ιστορίας.
Χρέος του μεγάλου πολιτικού και ιδίως σε
κρίσιμες στιγμές είναι και η νίκη και η δόξα με τις λιγότερες δυνατές
απώλειες. Αυτόν τον κανόνα σαν μεγάλος πολιτικοστρατιωτικός ηγέτης
προσπάθησε να τηρήσει ο Μεταξάς. Ο αγώνας στα βορειοηπειρωτικά βουνά
εκρίθη και αντιμετωπίσθη ως καθαρά ελληνοϊταλική υπόθεση και όχι ως
εμπλοκή της Ελλάδος με τον Άξονα. Εξ άλλου είναι παγκοίνως γνωστό ότι η
απρόκλητη και αψυχολόγητη εκστρατεία των οραματιστών της Νέας Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας έγινε εν αγνοία του Χίτλερ. Την εποχή εκείνη συνετελέσθη
το παράδοξο οι σύμμαχοι των Ιταλών, Γερμανοί, όχι μόνο να θαυμάζουν τα
ελληνικά κατορθώματα αλλά ακόμη και αυτή η γερμανική παροικία της
Ελλάδος να συνδράμει με εφόδια (τρόφιμα, ρούχα, κ.λ.π.), τον μαχόμενο
Έλληνα στρατιώτη.
Δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα εκείνα που έλεγε στην Αθήνα ο
γερμανός Στρατιωτικός Ακόλουθος Φον Κλεμ ο οποίος όταν συνομίλησε με τον
Χίτλερ τον «εύρε πλήρη ενθουσιασμού δια τα στρατιωτικά κατορθώματα της
Ελλάδος και περιφρονήσεως δια τον ιταλικόν στρατόν».
Ο Χίτλερ είχε χαρακτηρίσει «ηλιθία» την εκστρατεία των Ιταλών κατά
της Ελλάδος. Οι μόνοι που είχαν συμφέρον από το άνοιγμα νέου μετώπου στα
Βαλκάνια ήσαν οι εγγλέζοι, αφού ένα νέο μέτωπο στο Νότο θα αποδυνάμωνε
τις γερμανικές δυνάμεις. Πολύ περισσότερο επειδή η Ελλάδα δεν βρισκόταν
μεταξύ των στρατηγικών στόχων της Γερμανίας. Οι άγγλοι όμως, πιστοί στην
προσφιλή τους αποικιοκρατική τακτική ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τους
Έλληνες ωσάν να ήσαν Σενεγαλέζοι ή Ινδοί υπήκοοί τους προκειμένου να
αγωνισθούν για τα συμφέροντά τους. Το πόσο μας υπολόγιζαν οι σύμμαχοί
μας φαίνεται από τις μετέπειτα εξελίξεις και από τα ανύπαρκτα ωφέλη που
είχε η Ελλάδα μετά τον πόλεμο παρόλο που ευρίσκετο στο πλευρό των
νικητών.
Ο Τσώρτσιλ κυνικά θα γράψει στον Υπουργό του των Εξωτερικών Ηντεν
στις 6 Μαρτίου 1941 «… η απώλεια της Ελλάδος δεν αποτελεί καθόλου
συμφορά για μας, αρκεί η Τουρκία να κρατήση έντιμον ουδετερότητα». Οι
Άγγλοι δεν ήσαν διατεθειμένοι να προσφέρουν στην Ελλάδα καμία ουσιαστική
βοήθεια επιμένοντας όμως στην αποστολή βοήθειας που μόνον ως συμβολική
θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί. Βοήθεια όμως που θα υποχρέωνε τους
γερμανούς να εκκαθαρίσουν την κατάσταση, αφού τα αγγλικά αεροπλάνα
απογειούμενα από το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης θα μπορούσαν να πλήξουν
ευαίσθητους γερμανικούς στόχους όπως ήσαν οι ρουμανικές πετρελαιοπηγές.
Τον Νοέμβριο του 1940 η Αγγλία προσπαθώντας να εκθέσει την Ελλάδα έναντι
της Γερμανίας μας εκκάλεσε να λάβουμε μέρος σε συνέδριο φιλικών της
εθνών.
Ο Μεταξάς προσπαθώντας και πάλι να τηρήσει την πολιτική της
ουδετερότητας αρνήθηκε για να μην προκαλέσει τους Γερμανούς. Στο
ημερολόγιό του σημειώνει χαρακτηριστικά στις 18 Νοεμβρίου 1940:
«…Αγγλική Κυβέρνησις επιμένει συμμετάσχωμεν συνέδριον φιλικών των εθνών.
Λέγω Πάλαιρετ ( σ.σ. πρόκειται για τον βρετανό πρέσβη) ξάστερα : Θέλουν
να προκαλέσουν πόλεμον Γερμανίας; Εάν το θέλουν το κάνω, αλλά και αυτοί
υπεύθυνοι-και αφού δεν μπορούν να μας δώσουν αεροπορίαν κατά των
Ιταλών, τι θα γίνη όταν προστεθούν και Γερμανοί; (Θα έχω άραγε πάλιν
γερμανοφιλίες;)…».
Πολλοί προχειρολόγοι αριστεροί, όπως ο κύριος Ραφαηλίδης, αφού
αναγνωρίζουν τελικά το «ΟΧΙ» στον Μεταξά διατείνονται βασιζόμενοι
πιθανώς σε μαντικές ικανότητές τους ότι ο Μεταξάς είπε ΟΧΙ στους
Ιταλούς, αλλά θα έλεγε ΝΑΙ στους Γερμανούς. Παρ όλο που αυτή η υποθετική
κατηγορία δεν έχει καμία αξία αφού ο Μεταξάς πέθανε δύο και πλέον μήνες
πριν από την γερμανική επίθεση, η απάντηση βγαίνει ξεκάθαρα από την
εγγραφή του Μεταξά στο ημερολόγιό του στις 20 Δεκεμβρίου 1940, μετά από
την επίσκεψη του γερμανού πρέσβη πρίγκιππος Ερμπαχ:«Ευτυχώς η επίσκεψις
του Γερμανού δεν είχε κακά αποτελέσματα. Στην αρχή -χθες- ενόμισα ότι θα
επήρχετο ρήξις. Και ότι οι Γερμανοί θα μας επίεζαν με απειλάς.Ευτυχώς
τίποτε από αυτά. Ήμουν έτοιμος για όλα…».
Το γερμανικό σχέδιο ειρηνεύσεως
Τον Δεκέμβριο του 1940 το διπλωματικό
παρασκήνιο είναι έντονο. Οι Γερμανοί προετοιμάζουν το σχέδιο «Μαρίτα»
χωρίς όμως να είναι βέβαιοι δια την εφαρμογή του, γιατί, σύμφωνα με
αυτούς, «δεν πρόκειται να κριθεί στην Ελλάδα το θέμα του ποιος θα
ηγεμονεύσει της Ευρώπης εις το μέλλον». Οι Έλληνες, νικητές όντας στο
Μέτωπο, δεν είναι διατεθειμένοι να ζητήσουν ειρήνη, αλλά ούτε και οι
ηττούμενοι Ιταλοί. Την πρωτοβουλία αναλαμβάνουν οι Γερμανοί έχοντας
συμφέρον να λήξει ο πόλεμος χωρίς να εμπλακούν σε εκστρατεία ενάντια
στην Ελλάδα. Έτσι λοιπόν ο Χίτλερ παίρνει πρωτοβουλίες και στέλνει τον
Αρχηγό της ΄Αμπβερ (Μυστικές Υπηρεσίες) στην Ισπανία για μυστική
διπλωματία. Ο Ναύαρχος Φον Κανάρης έρχεται σε επαφή με τον Ούγγρο
στρατηγό Αντόρκα, πρέσβη της Ουγγαρίας στη Μαδρίτη, ο οποίος στη
συνέχεια έρχεται σε επαφή με τον Έλληνα πρέσβη Αργυρόπουλο και αφού του
δηλώνει ότι ενεργεί με επίσημη υπόδειξη της γερμανικής κυβερνήσεως, του
υποβάλλει το σχέδιο ειρηνεύσεως που περιελάμβανε τα ακόλουθα: «Η Ελλάς
θα ηδύνατο να διατηρήση τας θέσεις τας οποίας κατέλαβεν ο στρατός της εν
Αλβανία και να συναφθή ειρήνη με την Ιταλίαν».
Προς αποφυγήν μελλοντικών επεισοδίων μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών θα
εδημιουργείτο νεκρά ζώνη, εντός της οποίας θα παρεμβάλλοντο μεταξύ των
δύο αντιπάλων στρατών γερμανικαί δυνάμεις, ως παρατηρηταί. Η γερμανική
κυβέρνησις, εάν εδέχετο η ελληνική, θα ανελάμβανε την υποχρέωσιν να
μεριμνήση όπως αποχωρήσουν αι επί του εδάφους της ευρισκόμεναι κατά την
στιγμήν της ανακωχής βρεταννικαί στρατιωτικαί δυνάμεις».Βέβαια, μία
εμβριθής ιστορική μελέτη των γεγονότων θα έπρεπε να εξετάσει κατά πόσον
αυτή η προσέγγιση Ελλάδος και Γερμανίας θα μπορούσε να είναι εις γνώσιν
της αγγλικής κατασκοπείας, πράγμα το οποίον θα σήμαινε ότι αυτοί που από
πλευράς Ελλήνων θα ετόλμουν ακόμη και να συζητήσουν πάνω σε αυτή την
πρόταση ειρήνης θα ήσαν τουλάχιστον επικίνδυνο εμπόδιο στα σχέδιά τους.
Την ίδια εποχή καταφθάνει στην Αθήνα ειδικός απεσταλμένος του
γερμανού Υπουργού Εξωτερικών Φον Ρίμπεντροπ ο οποίος συναντήθηκε με τον
Υπουργό Ασφαλείας Μανιαδάκη, παρουσία του Μορφωτικού Ακολούθου της
Γερμανικής Πρεσβείας που εκτελούσε και χρέη διερμηνέως, και επανέλαβε
πιστά τις προτάσεις ειρήνης του Αντόρκα.
Ο Μεταξάς, σύμφωνα με τη
μαρτυρία του Μανιαδάκη; ενθουσιάστηκε με την ιδέα, αλλά ήταν της άποψης
ότι θα έπρεπε να καθυστερήσουμε την αποδοχή των διαπραγματεύσεων εφόσον
νικούμε, δια να αποκτήσουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερα ωφέλη.Έχει γραφεί
επίσης ότι προς το σκοπό αυτό της προωθήσεως των γερμανικών προτάσεων
ήλθε στην Ελλάδα και αυτός ο ίδιος ο Φον Κανάρης, ο οποίος εφιλοξενήθη
στην οικία του εμπόρου Καρπαθάκη, είχε μυστικά επαφές με επισήμους, και
επέδωσε τις γερμανικές προτάσεις ειρήνης στην ελληνική πλευρά.
Την ίδια περίοδο (13 Ιανουαρίου 1941) φθάνει στην Ελλάδα και ο άγγλος
στρατηγός Ουέιβελ, προκειμένου να προτείνει την αποστολή στο Μέτωπο
ενός αγγλικού συντάγματος αντιαεροπορικών και αντιαρματικών όπλων. Η
άφιξή του κρατείται μυστική από την ελληνική πλευρά, και η κυβέρνηση δεν
του επιτρέπει να επισκευθεί το Μέτωπο. Ο Μεταξάς αρνείται την
«προσφορά», ενώ ο Παπάγος ζητάει τουλάχιστον εννέα Μεραρχίες με ισχυρή
αεροπορική κάλυψη προκειμένου η βοήθεια να είναι ουσιαστική. (Η στάση
αυτή του Παπάγου τον ρίπτει σε δυσμένεια σε σημείο που δεν θα
ακολουθήσει τον Γεώργιο στη Μέση Ανατολή, μετά την είσοδο των Γερμανών
στην Ελλάδα).Ο Ουέιβελ ανταπαντά ότι μπορεί να διαθέσει δύο μόνο
Μεραρχίες. Κατά τον Μεταξά, το μόνο που θα μπορούσαν να προσφέρουν οι
δύο αγγλικές Μεραρχίες είναι η πρόκληση της γερμανικής επίθεσης.
Ο Μεταξάς στην τελευταία του εγγραφή στο ημερολόγιό του στις 17
Ιανουαρίου 1941, αλλά και στη διακοίνωση που επέδωσε προς τη βρεταννική
κυβέρνηση μέσω του βρεταννού πρέσβη, δήλωνε ότι δεν θα δεχθεί να
δημιουργηθεί μέτωπο από τους Άγγλους στη Θεσσαλονίκη και ότι θα δεχθεί
βρεταννικά στρατεύματα μόνο αν οι Γερμανοί διέλθουν τον Δούναβη.Ασθένεια
του Μεταξά. Το τέλοςΚατά μία ατυχή συγκυρία που μόνο η ίδια η Ιστορία
γνωρίζει να δημιουργεί, την ίδια χρονική στιγμή μπαίνει στην τελική
ευθεία η ζωή του Μεταξά.
Στις 17 Ιανουαρίου ο Μεταξάς αισθάνθηκε μία
ελαφρά αδιαθεσία. Οι γιατροί διέγνωσαν παραμυγδαλιτικό απόστημα και τον
εγχειρίζουν στις 19 Ιανουαρίου. Το ιατρικό ανακοινωθέν που εξεδόθη με
τον θάνατό του αναφέρει: «Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Κυβερνήσεως ενεφάνισε
προ δέκα ημερών, ήτοι το προπαρελθόν Σάββατον, φλεγμονήν του φάρυγγος,
ήτις κατέληξεν εις απόστημα παραμυγδαλικόν. Παρά την έγκαιρον διάνοιξίν
του ως και την μετεγχειρητικήν κατάλληλον θεραπείαν, παρουσίασεν εν
συνεχεία τοξιναιμικά φαινόμενα και επιπλοκάς, ως γαστρορραγίαν και
ουρίαν, και απέθανε σήμερον, 6 π.μ.Εν Αθήναις τη 29η Ιανουαρίου 1941 Οι
θεράποντες ιατροί (ακολουθούν οι υπογραφές δώδεκα ιατρών)».
Έτσι, σε μία κρίσιμη στιγμή, με αιωρούμενες τις γερμανικές προτάσεις
για ειρήνη που ενδεχομένως η αποδοχή τους να άλλαζε τον ρου της
Ιστορίας, και η Ελλάς να απέφευγε την κατοχή και τον συμμοριτοπόλεμο που
προκλήθηκε από τις δυνάμεις που εξέθρεψε αυτή η περίοδος, χάνουμε τον
Πρωθυπουργό της νίκης από αμυγδαλές.
Ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης
που γνώριζε πολλά, και για τον λόγο αυτό οι Άγγλοι φρόντισαν να τον
απομακρύνουν από το ελληνικό περιβάλλον της εξόριστης ελληνικής
κυβέρνησης της Μέσης Ανατολής και να τον εξορίσουν στην Αργεντινή, είχε
αναφέρει σε εκμυστηρεύσεις του ότι «Αν είχαμε τον Μεταξά σε τρίτη θέση
νοσοκομείου, αυτός θα ζούσε». Επίσης ήταν της άποψης ότι « Οι γιατροί
φταίγανε και επωφελήθηκαν οι άγγλοι ». Από τις διηγήσεις πάλι της κόρης
του Μεταξά, Λουκίας, φαίνεται η επιθυμία του Μεταξά να τον δει και άλλος
γιατρός « Σαν τον ερώτησα αν θέλη να τον δη και άλλος ιατρός γυάλισαν
τα μάτια του… -Ναι παιδί μου, ναι!, μου απήντησε».
Έτσι λοιπόν μετά από
«του κόσμου τα εμπόδια» όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η κυρία Λουκία
Μεταξά, εκλήθη επειγόντως ο διαπρεπής Βιεννέζος ιατρός Δρ. Εππιγκερ ο
οποίος φθάνοντας την Τρίτη 28 Ιανουαρίου 1941 στο Βελιγράδι ματαίωσε το
ταξίδι του προς Ελλάδα αφού τον πληροφόρησαν ότι είναι πια αργά και ότι ο
Μεταξάς πεθαίνει.
Για την σκοτεινή περίοδο των δέκα ημερών της ασθενείας του Μεταξά
έχουν ειπωθεί κατά καιρούς αρκετά και πολλές φορές αντιφατικά. Έχουμε
όμως την επίσημη αρθρογραφία των εφημερίδων της εποχής (π.χ. Βραδυνή, 30
Ιανουαρίου 1941), που αναφέρει την παρουσία στο πλευρό του ασθενούς
Μεταξά κατά την τελευταία ημέρα της ζωής του, εγγλέζου στρατιωτικού
ιατρού ο οποίος την Τρίτη 28 Ιανουαρίου 1941 έκαμε ιδιοχείρως ένεση στον
ασθενή. Από τους αυτόπτες μάρτυρες είναι βέβαιη η παρουσία άγγλων
ιατρών στο πλευρό του Μεταξά, οι οποίοι, σύμφωνα με τις μαρτυρίες τους,
είτε έφεραν συσκευές οξυγόνου είτε έκαναν ενέσεις στον ασθενή.
Τα πρόσωπα που έζησαν από κοντά τα γεγονότα είτε σιώπησαν είτε
μίλησαν επιλεκτικά. Χωρίς όμως ιστοριοδίφικες αναλύσεις, ο θάνατος του
Μεταξά πέρασε στον απλό λαό σαν έγκλημα των άγγλων: «Οι άγγλοι τον
φάγανε».
Οι Γερμανοί από πλευράς τους υπεστήριξαν τη φήμη ότι τον Μεταξά
εδολοφόνησαν οι Άγγλοι. Μάλιστα, κατά το μνημόσυνο που πραγματοποιήθηκε
στις 2 Φεβρουαρίου 1941 στο παρεκκλήσι της Ελληνικής Πρεσβείας στο
Βερολίνο, οι Γερμανοί όχι μόνο έδωσαν την άδεια να τελεσθεί αυτό, αλλά
και είχαν παραστεί επισήμως.
Αναμφίβολα η παρουσία στο πλευρό του ασθενούς Μεταξά άγγλων ιατρών
είναι γεγονός. Τραγικό για την τύχη του ασθενούς αλλά και για την τύχη
του Πολέμου και της Ελλάδος, δώδεκα πανεπιστημιακοί καθηγητές ιατρικής
να αφήνουν τον Πρωθυπουργό της χώρας στις φροντίδες του κάθε εγγλέζου
υπιάτρου και αρχιάτρου εκτελούντων ποίος οίδε ποία αποστολή.
Εξήντα χρόνια και πλέον μετά, αφού εξέλειπαν πια οι μάρτυρες, οι
καταγεγραμμένες μαρτυρίες είναι ελλιπείς, και αρχεία έχουν χαθεί, το
μόνο σίγουρο που θα μπορούσε να λεχθεί για τον θάνατο του Ιωάννου Μεταξά
είναι ότι αυτός υπήρξε πολύ ύποπτος και ότι οι μόνοι ωφελημένοι από
αυτόν ήσαν οι Άγγλοι.
Ο ευπατρίδης Στρατηγός Ιωάννης Μεταξάς, ο βετεράνος των πολέμων 1897
και1912-13, ο εμπνευστής του σχεδίου εκπορθήσεως του Μπιζανίου, ο πιστός
σύντροφος του Στρατηλάτη Βασιλέα Κωνσταντίνου ΙΒ΄, ο εμπνευσμένος
ηγέτης του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου με την κοινωνική, φιλεργατική
και φιλαγροτική πολιτική, ο δημιουργός της θρυλικής Ε.Ο.Ν., ο πατέρας
της νίκης και πρωθυπουργός του «ΟΧΙ», που πενήντα εννέα χρόνια πριν
παρέδωσε ήσυχος το πνεύμα, είναι για μας, τους Έλληνες Εθνικιστές της
Χρυσής Αυγής, σύμβολο λαοφιλούς πατριώτη ηγέτη που μέσα σε τόσο αντίξοες
συνθήκες πολιτεύτηκε με γνώμονα το εθνικό συμφέρον και μόνο αυτό, σε
αντίθεση με τους σύγχρονους πολιτικάντηδες που απεργάζονται ένα δυσοίωνο
μέλλον για την Πατρίδα μας εφαρμόζοντας την πολιτική του ενδοτισμού.